Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 2017

Στην Ελλάδα, τα σηµαντικά πράγµατα γίνονται στις αποκλίσεις

Του Μανώλη Πιμπλή

Τι είναι η «µεταµυθοπλασία»; Σύµφωνα µε τον Κώστα Βούλγαρη, συγγραφέα του βιβλίου «Η µεταµυθοπλασία στη νεοελληνική πεζογραφία» που µόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βιβλιόραµα, είναι «ένας σοβαρός µεταµοντερνισµός». Όπως ο ίδιος λέει στο «Βιβλιοδρόµιο», «ο µεταµοντερνισµός ήταν µια εσπευσµένη και πρόχειρη απάντηση στην κρίση του µοντερνισµού µε σκοπό την υπέρβασή του». Όµως: «Η σχετική συζήτηση ναι µεν υποχώρησε, το αίτηµα παραµένει. Η κρίση του µοντερνισµού υπάρχει. Και η µεταµυθοπλασία είναι µια σοβαρή προσπάθεια υπέρβασής του». Τα θεωρητικά κείµενα, τουλάχιστον στο εξωτερικό, υπάρχουν. Στην Ελλάδα, αντίθετα, δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα τέτοιο. Υπάρχουν όµως πολλά κείµενα που, κατά τον συγγραφέα και κριτικό Κώστα Βούλγαρη αλλά και άλλους, θα µπορούσαν να ενταχθούν σε ένα τέτοιο υποσύνολο. Κείµενα που χρησιµοποιούν τεχνικές όπως ο κέντρωνας, η ντοστογεφσκική πολυφωνικότητα ή η λογοτεχνία-ντοκουµέντο. Και υπάρχουν και κείµενα κριτικής για µεµονωµένες, τέτοιες περιπτώσεις.

Το αντίθετο δηλαδή µε ό,τι συνέβη λ.χ. στη Γερµανία του ροµαντισµού, όταν τα θεωρητικά κείµενα, η θεωρία της λογοτεχνίας, φτιάχτηκαν πριν από την ίδια τη λογοτεχνία, πριν να υπάρξουν δηλαδή οι συγγραφείς! Αυτό, πάντως, δεν έχει να κάνει µε κάποιου είδους ελληνική προχειρότητα, σε σχέση µε τη γερµανική συστηµατικότητα για την οποία συνήθως µιλάµε. Αντίθετα µε τα κινήµατα του ροµαντισµού ή και του µοντερνισµού, σύγχρονα κινήµατα όπως της µεταµυθοπλασίας έχουν λιγότερο προγραµµατικό χαρακτήρα. Πιστεύουν προγραµµατικά µόνο στη ρευστότητα, στις πολλαπλές αλήθειες, στην αποσπασµατικότητα, στη διακειµενικότητα αλλά και στην παράλληλη χρήση διαφορετικών ειδών του λόγου. Πιστεύουν επίσης στη σχετικότητα της αξίας ακόµα και του ίδιου του συγγραφέα. Όχι µόνο λόγω του Ρολάν Μπαρτ που διακήρυξε τον «θάνατο του συγγραφέα», αλλά και για πιο πρακτικούς λόγους: ο Ιάκωβος Πολυλάς, επιµελούµενος φιλολογικά τον εξ ορισµού αποσπασµατικό ∆ιονύσιο Σολωµό (την αποσπασµατικότητα του έργου του την είχε διακηρύξει και ο ίδιος), δεν επιµελήθηκε απλώς το έργο, έγινε περίπου συν-συγγραφέας του. Όπως κάθε επιµελητής του καβαφικού έργου, όταν επιλέγει διαφορετικό σώµα ποιηµάτων, παρουσιάζει έναν άλλον καβαφικό εαυτό.

Συν-συγγραφείς

Και στο βιβλίο όµως του Κώστα Βούλγαρη υπάρχουν αρκετοί συν-συγγραφείς. Γιατί το βιβλίο αποτελεί µια περιδιάβαση σε κείµενα δικά του και άλλων, κυρίως άλλων, δηµοσιευµένα πρώτα αλλού, µε άλλες προϋποθέσεις και στοχεύσεις. Πρόκειται κυρίως για κριτικά σηµειώµατα αλλά όχι µόνο, κείµενα που πατάνε το ένα στο άλλο και προωθούν τη συζήτηση. Αποτελούν µια νέα σύνθεση που, εντέλει, συγκροτεί ένα θεωρητικό κόρπους για τη µεταµυθοπλασία, φτιαγµένο µάλιστα µε τον τρόπο της µεταµυθοπλασίας, κάτι που σηµαίνει ότι µε σύγχρονους όρους θα µπορούσε να µη θεωρηθεί δοκίµιο, αλλά µυθιστόρηµα. Ο ίδιος ο Κώστας Βούλγαρης το αποκαλεί «αφηγηµατικό δοκίµιο, πολυφωνικό». Από τις σελίδες του παρελαύνουν κείµενα µεγάλων ονοµάτων της πεζογραφίας και της θεωρίας: του Θανάση Βαλτινού, του Χόρχε Λουίς Μπόρχες, του Λουτσιάνο Κάνφορα, της Ρέας Γαλανάκη, του ∆ιονύσιου Σολωµού, του Κώστα Βάρναλη, του ∆ηµήτρη ∆ηµητριάδη, του Νικόλαου Κάλας, του Γιάννη ∆άλλα, του Βάλτερ Μπένγιαµιν, του Κώστα Καρυωτάκη, του Ιάκωβου Πολυλά, του Στέφανου Ροζάνη, του Σάββα Μιχαήλ, του Γιώργου Χειµωνά, του Νάνου Βαλαωρίτη, του Κ.Π. Καβάφη, της Τζίνας Πολίτη, της Φραγκίσκης Αµπατζοπούλου, του Στέφανου Ροζάνη, του ∆ηµοσθένη Κούρτοβικ, του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου, του Μιχαήλ Μπαχτίν και πολλών άλλων (η σειρά, βέβαια, τυχαία).
Είναι ένα βιβλίο 476 σελίδων από το οποίο βγαίνει κανείς πλουσιότερος γιατί, είτε εντέλει τον ενδιαφέρει αυτή η θεώρηση των πραγµάτων είτε όχι, βλέπει καινούργιες συνδέσεις και διακειµενικές επαφές για τις οποίες ίσως ήταν ώς τώρα ανυποψίαστος.

Το άλλο κοσμοείδωλο

«Η συνάφεια πολλών κειµένων δεν έχει ώς τώρα αναδειχθεί» εξηγεί ο Κώστας Βούλγαρης. «Επίσης δεν έχει αναδειχθεί η µεταµυθοπλαστική διάσταση πολλών κειµένων. Ο Βαλτινός, λ.χ., έχει αναδειχθεί για άλλες πλευρές του, τη δωρικότητα της γραφής του, για παράδειγµα, όχι όµως για το άλλο αισθητικό πρόταγµα, το άλλο κοσµοείδωλο που προβάλλει µέσα από τη λογοτεχνία του ντοκουµέντου. Η Ρωσίδα Αλεξίεβιτς, που πήρε Νοµπέλ, κάνει πράγµατα που ο Βαλτινός είχε κάνει πριν από 20-25 χρόνια, και µάλιστα καλύτερα, θα έλεγα».
Ποιοι όµως είναι οι πατέρες της µεταµυθοπλασίας στην Ελλάδα; Κατά τον συγγραφέα, η αγία τριάδα αποτελείται από τον Εµµανουήλ Ροΐδη, τον Θανάση Βαλτινό και τον γνωστό µόνο σε στενούς φιλολογικούς και συγγραφικούς κύκλους Γιάννη Πάνου. «Ο Ροΐδης προηγήθηκε σε διεθνές επίπεδο» λέει ο Κώστας Βούλγαρης. Πράγµατι, ιδωµένες εκ των υστέρων, οι τεχνικές του Ροΐδη στην «Πάπισσα Ιωάννα» είναι πρωτοποριακές. Σε µια εποχή που στην Ευρώπη κυριαρχούσε το κλασικό αστικό µυθιστόρηµα, εκείνος έφτιαξε µια αφήγηση µε τον τρόπο, δήθεν, του ιστοριογράφου. Έχει ως υπότιτλο τη φράση «Μεσαιωνική μελέτη» και ενώ στην πραγματικότητα γράφει μυθιστόρημα, πείθει αρχικά τον αναγνώστη ότι αφηγείται μια αληθινή, ιστορικά τεκμηριωμένη ιστορία. Ταυτόχρονα χρησιμοποιεί αυτούσια αποσπάσματα από έργα άλλων αλλά και από θρησκευτικά κείμενα. Ενώ οι σημειώσεις στο περιθώριο του κειμένου αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της αφήγησης, τεχνική που αργότερα χρησιμοποίησε και ο Μπόρχες. Παράλληλα, παρεμβάλλει στην αφήγηση και τον εαυτό του ως συγγραφέα λέγοντας στον αναγνώστη τι ακριβώς κάνει και διαλύοντας την αληθοφάνεια της αφήγησης. Αυτή η «τεκμηριωτική» μεταμυθοπλασία του Ροΐδη τον τοποθετεί στην πρώτη γραμμή των συγγραφέων αυτής της τάσης, που, αντίθετα με ό,τι θα φανταζόταν κανείς, είναι διαχρονική.

Η βιβλιογραφία

Ο Κώστας Βούλγαρης τοποθετεί στην κορυφή της σχετικής βιβλιογραφίας τη βυζαντινή τραγωδία «Χριστός Πάσχων», τον Αβερρόη, τον Δον Κιχώτη, τον Ντοστογιέφσκι, την Πάπισσα Ιωάννα του Ροΐδη, τον Μπόρχες. Και διευκρινίζει ότι πρόκειται για μια περιοχή με αισθητικά προτάγματα που αναδεικνύεται κάθε φορά που είναι συμβατή με την εποχή της. Και ότι δεν πρόκειται για μια απλή τεχνική, αλλά για έναν τρόπο να βλέπουμε τον κόσμο.
Για τον Βαλτινό, ο συγγραφέας λέει ότι τα «Στοιχεία για τη δεκαετία του ’60» είναι ένα «εξωφρενικά πολυφωνικό μυθιστόρημα μεταμυθοπλασίας» που εκδίδεται το 1989, ακριβώς «όταν αλλάζει ο ρυθμός του κόσμου και εκπίπτει το νεωτερικό κοσμοείδωλο». Το βιβλίο δεν έχει αξιολογηθεί με τον τρόπο που του πρέπει, λέει.
Όσο για τον Γιάννη Πάνου, που έγραψε την «Ιστορία των μεταμορφώσεων», ένα «αδιανόητο εγχείρημα που επιχειρεί να συνθέσει μια μεγάλη αφήγηση υπερβαίνοντας τον διηγηματικό κατακερματισμό του Μπόρχες»: ο ίδιος ο Κώστας Βούλγαρης μαζί με τους συγγραφείς Θωμά Σκάσση, Μισέλ Φάις και Τάσο Χατζητάτση έγραψαν το βιβλίο «Γιάννης Πάνου… από το στόμα της παλιάς Remington… 25 χρόνια μετά» (Καστανιώτης, 2006), κάνοντας μια δεσμευτική δήλωση ένταξης στο ρεύμα της μεταμυθοπλασίας και δηλώνοντας τις οφειλές τους στον Πάνου αλλά και τον Θανάση Βαλτινό.
Τι όμως έχει συμβεί γενικότερα στην Ελλάδα με το μυθιστόρημα; «Ο μοντερνισμός στην πεζογραφία δεν ευδοκίμησε» λέει ο Κώστας Βούλγαρης. «Άλλο η ποίηση. Οι Χειμωνάς και Καχτίτσης αποτελούν εξαιρέσεις που επιχείρησαν να υπερβούν τον μοντερνισμό. Είναι σαν να περνάμε από τον Ροΐδη απευθείας στη σύγχρονη μεταμυθοπλασία, χωρίς να περάσουμε από τον μοντερνισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι το βασικό χαρακτηριστικό του μοντερνισμού, η δημιουργία λογοτεχνικών χαρακτήρων με αποτύπωμα, στην Ελλάδα δεν το είδαμε. Πλην του Ζορμπά, άλλος τόσο ισχυρός λογοτεχνικός χαρακτήρας δεν φτιάχτηκε. Τους χαρακτήρες στην Ελλάδα τούς έφτιαξε ο κινηματογράφος. Λ.χ., τους χαρακτήρες που υποδύθηκε ο Χατζηχρήστος».
Το γεγονός ότι δεν έχουμε στην Ελλάδα σχετική θεωρητική σκευή οφείλεται, κατά τον συγγραφέα, στο ότι μέχρι τον Μεσοπόλεμο η φιλολογία στη χώρα μας ασχολιόταν μόνο με την αρχαία γραμματεία. «Η νεοελληνική φιλολογία, ακόμα και σήμερα, δεν έχει απόλυτα συγκροτηθεί ως κλάδος. Ενώ υπάρχει και η γνωστή σχέση μας με το ξένο. Εισάγουμε έτοιμα εργαλεία χωρίς να μετέχουμε στη συζήτηση. Τα εργαλεία όμως αυτά έχουν φτιαχτεί με άλλα κειμενικά δείγματα». Όσο για τους λόγους που τα ελληνικά κείμενα δεν βγαίνουν προς τα έξω… «Υπάρχουν πράγματι δυνατά ελληνικά κείμενα. Στον τομέα της μεταμυθοπλασίας έχουμε μάλιστα ένα πολύ ιδιαίτερο ελληνικό χαρακτηριστικό, την επιμονή με την Ιστορία. Πρόκειται για κάτι αντίστοιχο με το λατινοαμερικανικό ρεύμα των Μπόρχες και Κορτάσαρ. Αλλά υπάρχει το πρόβλημα της γλώσσας. Ήδη από την εποχή του Σολωμού στην Ελλάδα γίνονταν κατά καιρούς πράγματα πιο προωθημένα από ό,τι σε άλλες κουλτούρες, αλλά η ελληνική γλώσσα δεν είχε το ειδικό βάρος που θα έκανε τους άλλους να της δώσουν σημασία. Πρόκειται απλώς για θέματα ισχύος. Ο περίφημος Δυτικός Κανόνας είναι ιδίως αγγλοσαξονικός. Έχει και ένα κομμάτι γαλλικό και ολίγο γερμανικό, αλλά δεν έχει λ.χ. καν ρωσικό κομμάτι. Άρα πώς θα έχει ελληνικό; Σήμερα, πάντως, ένα μεγάλο μέρος των ελλήνων πεζογράφων συνεχίζει, εκπρόθεσμα, να ψάχνει ένα αστικό μυθιστόρημα, έναν μοντερνισμό» καταλήγει ο Κώστας Βούλγαρης.
Κατά την άποψή του, όταν στις ΗΠΑ σήμερα υπάρχει ο Πίντσον, δεν μπορείς να προσπαθείς να γράφεις σαν Χέμινγουεϊ. «Την εποχή αυτή του Τραμπ και του Ισλάμ δημιουργείται άλλη αντίληψη για τον κόσμο, μια άλλη πραγματικότητα, ζούμε σε άλλη ιστορική φάση. Οπότε και στην Ελλάδα έχει νόημα να κυνηγάμε το αστικό μυθιστόρημα που δεν φτιάξαμε εγκαίρως. Άλλωστε στην ελληνική πεζογραφία τα σημαντικά πράγματα έγιναν στις αποκλίσεις. Σε άλλες περιοχές λόγου με αποκλίνουσα μορφή».

Θανάσης Βαλτινός: Το εγωπαθές εγχείρημα του συγγραφέα
"Βασικό ζητούμενο στην τέχνη είναι η ανανέωση των μορφών. Η επανάληψη δημιουργεί αδιέξοδα. Φροντίζουμε να βρούμε καινούριους τρόπους αντιμετώπισης των διαφόρων θεμάτων για να κάνουμε δραστικό το αποτέλεσμα. Βλέπω τη λογοτεχνία σαν ένα σταθερό διάλογο ανάμεσα στο συγγραφέα και τον αναγνώστη, μόνο που ο αναγνώστης είναι μια πολύ θολή κατάσταση και κυρίως παθητική στη συνείδηση του συγγραφέα. Ο συγγραφέας βέβαια δεν κοινωνιολογεί ούτε αποφαίνεται για λογαριασμό κάποιου αόριστου πλήθους. Ο συγγραφέας παλεύει με τους δαίμονες που κουβαλάει μέσα του και του είναι απαραίτητο να μοιραστεί με κάποιους αυτό το πάλεμα. Η δημοσιοποίηση στην τέχνη είναι ένα απαραίτητο στοιχείο γιατί έτσι ολοκληρώνεται αυτό το εγωπαθές εγχείρημα, με το να μετατρέπεται δηλαδή σε κοινή εμπειρία. Η επιδίωξη αλλαγής των μορφών είναι μέσα σ’ αυτή την προσπάθεια, να διατηρηθεί η δραστικότητα που πρέπει να έχει το έργο, το κείμενο στην περίπτωση αυτή."
(Το κείμενο του Θανάση Βαλτινού περιεχεται στο βιβλίο και πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Πόρφυρας». Πρόκειται για συζήτηση με το κοινό στο επιστημονικό συνέδριο «Φραγκιάς - Καχτίτσης - Βαλτινός: χώρος - χρόνος - μνήμη», που πραγματοποιήθηκε στην Κέρκυρα τον Σεπτέμβριο του 2014.)


Τα Νέα, «Βιβλιοδρόμιο» 30-9 2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου